Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Ανταγωνιστικότητα: Είναι οι χαμηλοί μισθοί μια λύση;

Του Νίκου Κοτζιά

Τους τελευταίους μήνες ακούγεται η άποψη ότι η μείωση των μισθών και συνολικότερα του κοινωνικού κόστους της εργασίας (όπως είναι οι δαπάνες για περίθαλψη και συντάξεις) θα μας επαναφέρει στο βέλος της ανάπτυξης. Μάλιστα, ορισμένοι εμφανίζουν τη μείωση αυτή ως μονόδρομο. Δηλαδή, ως μια σιδερένια αναγκαιότητα προκειμένου να γίνει και πάλι η χώρα ανταγωνιστική. Η άποψη αυτή είναι ανιστόρητη και εκτός της σημερινής παγκόσμιας πραγματικότητας.

Δέκα στρατηγικές ανάπτυξης
Στις συνθήκες της σημερινής παγκοσμιοποίησης υπάρχουν πολλαπλές στρατηγικές που έχουν ακολουθηθεί από τα πιο διαφορετικά εθνικά κράτη. Στη διεθνή βιβλιογραφία αυτές οι στρατηγικές χωρίζονται στις εξής δέκα:
Η πρώτη στρατηγική είναι εκείνη της "ανοικτής περιφερειοποίησης". Της συμβολής, δηλαδή, στη διαμόρφωση μιας μεγάλης αγοράς, όπως είναι η Ε.Ε., η οποία θα δώσει πλεονεκτήματα σε όσους συμμετέχουν σ' αυτή, έναντι του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Η πολιτική αυτή λόγω της άνισης ανάπτυξης εντός της Ε.Ε. δεν αποτελεί από μόνη της λύση. Για να μη γίνει προβληματική για την Ελλάδα, χρειάζονται επιπρόσθετα μέτρα, ιδιαίτερα στοιχεία από τη δέκατη στρατηγική.
Μια δεύτερη στρατηγική είναι εκείνη που εφάρμοσε σειρά χωρών της Ανατολικής Ασίας. Πρόκειται για την επανάκαμψη της πολιτικής του άμεσου ή έστω έμμεσου προστατευτισμού. Αυτή τη στρατηγική ακολουθούν, επίσης, οι ισχυροί της Ε.Ε. έναντι του παγκόσμιου ανταγωνισμού (από την ΚΑΠ μέχρι τις επιδοτήσεις στην Airbus), αλλά εξ ορισμού δεν μπορεί να εφαρμόσει μια μικρή χώρα όπως είναι η Ελλάδα έναντι των ισχυρών της Ε.Ε.
Η τρίτη στρατηγική είναι εκείνη που συνδυάζει τον προστατευτισμό με εργαλεία νομισματικής πολιτικής. Η τελευταία, όμως, δεν υπάρχει, πλέον, στα χέρια της Ελλάδας, καθότι μέλος της Ευρωζώνης. Στη δε Ευρωζώνη, το βάρος της Ελλάδας είναι μικρό, όσο και τα οικονομικά μεγέθη της. Σε αντίθεση με τα μεγάλα προβλήματά της.
Μια τέταρτη στρατηγική είναι εκείνη που εφαρμόστηκε παλαιότερα από σοσιαλιστικές κυβερνήσεις και ονομάστηκε ως το μοντέλο των Αλπεων ή αλλιώς του Ρήνου. Αυτή θεμελιώνεται σε μια ανάπτυξη που στηρίζεται στην κοινωνική συνεννόηση και συναίνεση. Οι σημερινές συνθήκες στην Ελλάδα είναι δύσκολες ως προς αυτή την κατεύθυνση. Μάλιστα η συμπεριφορά του οικονομικού επιτελείου και ακόμα περισσότερο οι επιλογές του κάνουν σχεδόν αδύνατη την προώθηση της ανάπτυξης μέσα από τη συναίνεση. Πολύ φοβάμαι, λοιπόν, ότι η κυβέρνηση έχει αποσυνδέσει το έργο της από έναν τέτοιο τύπο κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης.
Μια πέμπτη επιλογή είναι η στήριξη της ανάπτυξης σε έναν ισχυρό δημόσιο τομέα με ευρείες δυνατότητες και χωρητικότητες. Η σημερινή ποιότητα και διάταξη του ελληνικού Δημοσίου δεν επαρκεί για ένα τέτοιο καθήκον. Ενώ, επιπλέον, ελληνική κυβέρνηση και "τρόικα" τον αποδομούν.
Η έκτη στρατηγική ακολουθήθηκε παλαιότερα από το Η.Β. (και εν μέρει ακολουθείται). Την έχουν επιλέξει και οι ΗΠΑ, οι οποίες διαθέτουν τα αντίστοιχα προαπαιτούμενα. Είναι η στρατηγική της ηγεμονίας και της ισχύος. Τα μεγέθη και οι δυνατότητες του ελληνικού κράτους αποκλείουν εξ ορισμού μια τέτοια επιλογή. Η επιλογή που προωθεί η κυβέρνηση και της έχουν υποδείξει η Ε.Ε. και το ΔΝΤ προσεγγίζει στη λογική της έβδομης στρατηγικής. Εκείνης που στηρίζεται στην πολιτική μιας "προς τα κάτω κινητικότητας". Εφαρμόζεται από κράτη που επιδιώκουν να συμμετάσχουν στις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης με τη μέθοδο της αρνητικής προσαρμογής, όπως είναι η μείωση των μισθών, η αναδόμηση του νομικού καθεστώτος επενδύσεων και φορολόγησης, η ενίσχυση των συστημάτων επιδότησης για το κεφάλαιο. Συχνά αυτή η στρατηγική προβάλλεται από υπερεθνικούς παίκτες ως ο μπαμπούλας στο όνομα του οποίου απαιτείται από μερίδα των κυρίαρχων ελίτ να αλλάξει το νομικό-εργασιακό καθεστώς της χώρας.
Η όγδοη στρατηγική παρατηρείται, κατά κανόνα, σε μικρά ή σχετικά αδύνατα -αλλά ανερχόμενα- εθνικά κράτη, τα οποία επιδιώκουν με ειδικά μέτρα να αποκτήσουν ειδικά πλεονεκτήματα. Τέτοια μέτρα είναι οι ελεύθερες ζώνες εμπορίου και επενδύσεων, οι ζώνες χωρίς φορολόγηση. Σε αυτά τα κράτη ανήκουν και εκείνα που δίνουν τη δυνατότητα πολλαπλής δημιουργίας εξωπαράκτιων εταιρειών. Η Ελλάδα, όντας μια από τις 30 πιο πλούσιες χώρες του κόσμου και μέλος της Ε.Ε., δεν μπορεί να στηριχτεί σε αυτή τη στρατηγική. Οχι, τουλάχιστον, σε μεγάλη έκταση.
Η ένατη στρατηγική ανάπτυξης ακολουθείται από τα κράτη που, κατά κάποιο τρόπο, μένουν εκτός παιχνιδιού. Το "εκτός παιχνιδιού" πρέπει να νοείται μόνο σχετικά. Καθότι ακόμα και οι πιο ακραίες περιπτώσεις κρατών που βρίσκονται εκτός παιχνιδιού, μπορεί να αποτελούν παραγωγό ειδικών προϊόντων για οικονομικές αγορές κλίμακας, όπως ήταν το Αφγανιστάν. Χώρα που ήταν ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ναρκωτικών για την παγκόσμια αγορά. Αλλά και ορισμένα μικρά κράτη στην περιοχή μας ως κόμβοι λαθρεμπορίου.
Η δέκατη στρατηγική, είναι αυτής της επιλογής εξασφάλισης σε μια χώρα, μιας σχετικά υψηλής εξειδίκευσης στην παγκόσμια αγορά και στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Είναι δε αντίθετη από την έβδομη που ακολουθεί σήμερα η χώρα.

Η σύγκριση δύο εκ των στρατηγικών για την Ελλάδα

Η καθεμιά από τις αναφερθείσες πολιτικές δείχνει τις διαφορετικές δυνατότητες ανάμεσα στα εθνικά κράτη έναντι της παγκοσμιοποίησης, αλλά και τις εν δυνάμει πολιτικές επιλογές τους. Στην πραγματικότητα, βέβαια, τα εθνικά κράτη αναπτύσσονται μέσα από πολλαπλούς συνδυασμούς των πιο πάνω στρατηγικών, ακόμα και σε τομείς εκτός της οικονομίας. Οι ισχυρότερες χώρες δεν χρησιμοποιούν μόνο μια στρατηγική, έστω και αν τους χαρακτηρίζουν μία ή δύο, αλλά επιδιώκουν, ταυτόχρονα, να συγκεντρώσουν τα πλεονεκτήματα και των υπόλοιπων στρατηγικών. Οχι μόνο ως στρατηγικές έναντι της παγκοσμιοποίησης, αλλά, ταυτόχρονα, και ως εσωτερικές στρατηγικές στο όνομα της παγκοσμιοποίησης, προκειμένου να ανατρέψουν τους εσωτερικούς συσχετισμούς ισχύος, ή έστω να τους προσαρμόσουν στις ανάγκες τους.Σε αυτό το πλαίσιο, η έβδομη στρατηγική είναι μια στρατηγική μείωσης του κόστους εργασίας. Είναι μια στρατηγική που μακρόχρονα δεν έχει καμιά ελπίδα, καθότι πάντα θα υπάρχουν χώρες φθηνότερες από την Ελλάδα και που θα εργάζονται με βιομηχανίες και υπηρεσίες έντασης εργασίας. Χώρες στις οποίες το χαμηλό κόστος εργασίας μεταφράζεται και σε χαμηλό κόστος του τελικού προϊόντος. Προϊόν το οποίο αναφέρεται κατά κανόνα στις χαμηλότερες βαθμίδες ειδίκευσης και τεχνολογικής ανάπτυξης. Αλλά και βραχύχρονα, ενώ αυτή η επιλογή μπορεί να αποδώσει εν δυνάμει ορισμένα οφέλη σε μια εθνική οικονομία, στην περίπτωση της Ελλάδας είναι πολύ δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο. Και αυτό διότι, εάν η ελληνική οικονομία επιλέξει μια τέτοια στρατηγική ειδίκευσης, τότε θα πρέπει να απαλλαγεί από το ευρώ και να συνδυαστεί με την τρίτη στρατηγική που ανέφερα, εκείνη του προστατευτισμού. Μόνο έτσι θα μπορέσει να δημιουργήσει εκ νέου τομείς παραγωγής με σχετικό πλεονέκτημα όχι την ποιότητα αλλά το κόστος. Να σταθεροποιήσει αυτή την παραγωγή τόσο ως προς τα τεχνολογικά πιο αναβαθμισμένα προϊόντα της υπόλοιπης Ε.Ε., όσο και με τα κατά πολύ φτηνότερα από τις αναδυόμενες αγορές (από τα παιχνίδια μέχρι την κλωστοϋφαντουργία και τα ναυπηγεία). Η στρατηγική αυτή, δηλαδή, για να πετύχει, αν μπορεί να πετύχει πλέον για την Ελλάδα, απαιτεί παραίτηση από αυτό που καλείται να υπηρετήσει: δηλαδή την ενδυνάμωση μιας ευρωπαϊκής Ελλάδας. Κατά συνέπεια πρόκειται για υποκρισία να λέγεται ότι υπηρετεί την ενίσχυση της Ελλάδας εντός της Ε.Ε.Η δέκατη στρατηγική, σε αντίθεση με την τρίτη, στηρίζεται στην ανάπτυξη της έρευνας και της ποιοτικής αναβάθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα ειδικευτεί σε τομείς που απαιτούν εργασία υψηλής ειδίκευσης και κατά προέκταση συνδέεται με υψηλό κόστος εργασίας. Με αυτό τον τρόπο η Ελλάδα αναβαθμίζεται στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και ταυτόχρονα ενισχύει τη θέση του κόσμου της εργασίας. Είναι μια ειδίκευση σχετικά υψηλού κόστους που επιδιώκει να κάνει την Ελλάδα ανταγωνιστική σε εξειδικευμένους τομείς νέας τεχνολογίας (βιογενετική, νανοτεχνολογία, παραγωγή μέσων της πράσινης ανάπτυξης - και όχι εισαγωγής τους), καινούργιου τύπου υπηρεσιών καθώς και κατάληψης αγορών που καλύπτουν υψηλής ποιότητας υπηρεσίες (όπως είναι ο εξειδικευμένος τουρισμός).Προκειμένου να υπάρξει μια τέτοια ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τα εργαλεία της τέταρτης και πέμπτης στρατηγικής επιλογής, η κυβέρνηση θα πρέπει να συγκροτήσει ειδικούς μηχανισμούς ενασχόλησης με την ανάπτυξη. Προσέλκυσης επενδύσεων -και όχι απλά ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου- στους τομείς που θα επιλεχθούν. Προσαρμογή της εκπαίδευσης σε αυτή την προοπτική καθώς και της έρευνας. Διαφορετικά, ακόμα και αν ποτέ ευημερήσουν οι αριθμοί των νομισματικοπολιτκών μεγεθών, η χώρα, οι άνθρωποι και το μέλλον τους θα υποφέρουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: